ΤΟ ΠΙΘΑΡΙ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ












Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΟΙ ΣΟΦΟΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΟΙ ΣΟΦΟΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Πλάτωνα περί εξουσίας…



Πλάτωνας (427 π.Χ.–347 π.Χ.)

«… Παρά το ότι η εξουσία προσφέρει και χρήματα και δόξα, οί αγαθοί δεν την επιθυμούν και δεν την επιδιώκουν. 

Γιατί δεν θέλουν να τους αποκαλούν μισθοδοτούμενους´, επειδή θα δέχονται κάποια νόμιμη και φανερή αποζημίωση, ούτε φυσικά θα δεχόντουσαν να “τα πιάνουν στα κρυφά και να είναι κλέφτες. 

Ούτε πάλι τους αρέσουν οι τιμές. Δεν έχουν τέτοιες φιλοδοξίες. 

Πρέπει λοιπόν να υπάρχει κάποιου είδους πίεση προς αυτούς και κάποια τιμωρία γιά να δεχθούν να κυβερνήσουν. 


Και μάλιστα έτσι, ώστε να είναι ντροπή να κυνηγάς εσύ την εξουσία και να μην σε αναγκάζουν να την αναλάβεις.

Μιά τέτοια τιμωρία είναι η εξής: ....

....να σε κυβερνάει ένας χειρότερός σου, αφού δεν θέλεις να κυβερνάς εσυ! Αυτός είναι ο κύριος λόγος που κάποιες φορές οι άξιοι και αγαθοί δέχονται να κυβερνήσουν. 

Επειδή είναι ανάγκη και επειδή δεν υπάρχει κανείς που να μπορούσε να κάνει τη δουλειά (να διοικήσει την πόλη) καλύτερα.

Και όχι επειδή προσβλέπουν σε κάποιο όφελος και καλοπέραση γιά την πάρτη τους! 


Δηλαδή, αν υπήρχε μια πολιτεία που να λειτουργούσε σωστά, τότε γιά τους αγαθούς το πιό επιθυμητό και «περιμάχητον άν είναι τό μή άρχειν»!… Από τη φύση του ο «αληθινός άρχων ού τώ αυτώ συμφέρον σκοπείσθαι αλλά τό τώ αρχομένω». Δηλ.

Γιά τους αγαθούς, η πιό επιθυμητή κατάσταση είναι το να μην εξουσιάζουν και το να μην κοιτάνε το δικό τους συμφέρον αλλά των συμπολιτών τους….»


Πλάτωνας (427 π.Χ.–347 π.Χ.)


ΠΗΓΗ"Κεφαλο-κλειδωματα

Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Η έννοια του Χρόνου στους Πλάτωνα και Αριστοτέλη


Ο Χρόνος, η γένεσή του, καθώς και τα διάφορα χρονικά παράδοξα, αποτέλεσαν αντικείμενο ιδιαίτερης μελέτης για τους αρχαίους Έλληνες διανοητές. Με την παρούσα εργασία θα επιχειρήσουμε να ερμηνεύσουμε τα πιστεύω των δύο σπουδαιότερων: Του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Αρχικά θα δούμε πως ορίζουν αμφότεροι την έννοια του χρόνου σε δύο ξεχωριστές ενότητες. Στην συνέχεια θα αναλύσουμε το πώς αντιλαμβάνεται ο Πλάτων την σχέση ανάμεσα στον χρόνο και τα ουράνια σώματα. Έπειτα, θα στραφούμε στον Αριστοτέλη και στον τρόπο που συσχετίζει τον χρόνο και την κίνηση. Τέλος, θα κλείσουμε εξάγοντας πολύτιμα συμπεράσματα σχετικά με τις θεωρίες των δύο μεγάλων στοχαστών της αρχαιότητας. Να σημειώσουμε εδώ ότι θα ξεκινήσουμε με τον Πλάτωνα, αφιερώνοντας δύο ενότητες, και, στη συνέχεια θα εξετάσουμε τον Αριστοτέλη σε άλλες δύο.
II. Ορισμός της έννοιας του χρόνου από τον Πλάτωνα





Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, οτιδήποτε γίνεται έχει αιτία. Εισάγεται, με αυτόν τον τρόπο, η ιδέα του «δημιουργού»1 που κατασκευάζει τον κόσμο. Όμως, κάθε δημιουργός εργάζεται βάσει προτύπου. Το πρότυπο, του οποίου αντίγραφο ή εικόνα αποτελεί ο αισθητός κόσμος, είναι αιώνιο. Ο κόσμος δεν είναι αιώνιος, αλλά γεγονός, δηλαδή κάτι που έγινε. Κάθε αισθητό προέκυψε ως αποτέλεσμα μιας διεργασίας. Ο αισθητός κόσμος βρίσκεται πάντα σε εξέλιξη και έχει ιστορία, σε αντίθεση με τον δημιουργό που είναι αιώνιος, όπως και το πρότυπο της δημιουργίας.





Ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος δέχεται τον απόλυτο, τον αιώνιο χρόνο ως τον μόνο πραγματικό, ενώ τα διάφορα συμβαίνοντα στον δικό μας γύρω κόσμο γεγονότα τα θεωρεί ως είδωλα απατηλά των αισθήσεων μας. Ο χρόνος για εκείνον είναι αντανάκλαση της αιωνιότητας. Το αμετάβλητο και τέλεια άχρονο, προβάλλεται στην κατώτερη διάσταση, στην οποία ανήκει ο υλικός κόσμος. Ο εγκόσμιος χρόνος νοείται ως «εικόνα κινητή της αιωνιότητας»2. Ο υλικός κόσμος είναι εγκλωβισμένος στην ματαιότητα, χωρίς προοπτική λύτρωσης.





Αποτελεί απόλυτη πεποίθηση του Πλάτωνα, όπως ήδη αναφέραμε, το γεγονός ότι η απόλυτα ομοιόμορφη ροή του χρόνου αντανακλά κατ’ ουσία την ίδια την αιωνιότητα. Ο χρόνος αποτελεί τη χαρακτηριστική μορφή του αισθητού. Όταν αναφερόμαστε στο αιώνιο, το αναφέρουμε ως αυτό που ήταν, είναι και θα είναι. Για την ακρίβεια, όμως, ότι μπορεί να καλείται αιώνιο απλώς είναι. Δεν πρέπει να λέμε ούτε ότι ήταν, ούτε ότι θα είναι, γιατί αυτού του είδους οι εκφράσεις ταιριάζουν μόνο σε ότι συμβαίνει.





Ο χρόνος γεννήθηκε μαζί με τον «ουρανό»3. Κατά συνέπεια, από την στιγμή που γεννήθηκαν μαζί, θα διαλυθούν και μαζί, εάν βεβαίως χρειαστεί ποτέ να διαλυθούν. Η γένεσή τους έγινε με υπόδειγμα την αιώνια φύση του ανώτερου Έμβιου Όντος, ώστε τα δημιουργήματά αυτά να του μοιάσουν, όσο το δυνατόν περισσότερο. Ο μεν χρόνος ως υπόδειγμα, πρότυπο θα λέγαμε, της αιωνιότητας, ενώ ο δε ουρανός ορίστηκε να διατρέχει την ολότητα του χρόνου.





III. Η σχέση ανάμεσα στον χρόνο και τα ουράνια σώματα σύμφωνα με τον


Πλάτωνα





Πριν ο Θεός δημιουργήσει τον κόσμο δεν υπήρχε χρόνος, αφού ο χρόνος και ο κόσμος άρχισαν μαζί. Προκειμένου να υπάρξει χρόνος, χρειάζονται αισθητά σώματα με σταθερή κίνηση, τα οποία χρησιμεύουν για τη μέτρησή του. Έτσι, ο δημιουργός επινόησε τον Ήλιο, την Σελήνη και πέντε ακόμα άστρα, τα οποία οι άνθρωποι τα αποκαλούσαν «πλανήτες»4, και τα έθεσε σε συγκεκριμένες τροχιές, τις οποίες διαγράφει η κυκλική κίνηση του Διαφορετικού.





Επομένως, τα ουράνια σώματα δημιουργήθηκαν για να καθορίζουν και να διαφυλάσσουν τα μέτρα του χρόνου. Χρησιμεύουν με άλλα λόγια για την διαίρεση και μέτρηση του χρόνου: «αριθμοί του χρόνου»5, η οποία είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας τους. Από αυτά η Σελήνη τοποθετήθηκε στον πλησιέστερο προς την Γη κύκλο, ο Ήλιος στον δεύτερο, ενώ ο Εωσφόρος (η Αφροδίτη) και το επονομαζόμενο ιερό άστρο του Ερμή, διατρέχουν τους δύο επόμενους κύκλους, έχοντας με τον κύκλο του Ηλίου την ίδια ταχύτητα, αλλά την αντίθετη δύναμη. Επιπλέον, αυτή η περιφορά, η οποία επιβάλλεται από την αμετάβλητη ουσία του Διαφορετικού, στρέφει ελικοειδώς όλους τους κύκλους των πλανητών, με αποτέλεσμα ο κάθε πλανήτης να προχωρά συγχρόνως προς δύο διακριτές αντίθετες κατευθύνσεις. Έτσι, όποιος πλανήτης απομακρύνεται βραδύτερα από την περιφορά του Διαφορετικού –την ταχύτερη από όλες τις περιφορές- φαίνεται να την ακολουθεί από πιο κοντά.





Ο Δημιουργός, επειδή ήθελε να υπάρχει εμφανές μέτρο στις σχέσεις βραδύτητας και ταχύτητας των ουρανίων σωμάτων, αλλά και για να διευκολύνει τις περιφορές στην διαδρομή τους, άναψε ένα φως στην δεύτερη επάνω από τη Γη τροχιά, τον Ήλιο. Ο στόχος, σύμφωνα πάντα με τον Πλάτωνα, ήταν αφενός μεν να φωτίζεται ο ουράνιος θόλος αφετέρου δε να έρθουν σε επαφή με την χρονική μέτρηση, εκπεφρασμένη με αριθμούς, εκείνα τα έμβια όντα που θα μπορούσαν να τους γνωρίσουν, μαθαίνοντας τους από την περιφορά του Διαφορετικού. Με αυτόν τον τρόπο γεννήθηκε η νύχτα και η ημέρα, η περίοδος της μοναδικής και πλέον σοφής περιστροφής του ουρανού, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το κείμενο. Όσο για τον μήνα, εκείνος παράγεται όταν η Σελήνη ολοκληρώνει τον δικό της κύκλο, φθάνοντας ξανά στον Ήλιο, ενώ το έτος αποτελεί την ολοκλήρωση ενός ηλιακού κύκλου.





Καταλήγοντας ο Αθηναίος φιλόσοφος, μας εξηγεί ότι σε τελική ανάλυση ο «τέλειος αριθμός του χρόνου συμπληρώνει το τέλειο έτος»6. Δηλαδή η τέλεια χρονική αρίθμηση δίνει το μέτρο του τέλειου Ενιαυτού, όταν οι σχετικές ταχύτητες και των οκτώ περιφορών (συμπεριλαμβανομένης και της Γης) ολοκληρωθούν ταυτόχρονα και μετρηθούν με βάση την ομαλή περιφορά του Διαφορετικού. Άρα, ο τρόπος κατασκευής, καθώς και ο σκοπός γένεσης των ουρανίων σωμάτων, τα οποία ενώ πορεύονται μέσα στον ουρανό εμφανίζουν τροπές, είναι να γίνει ο αισθητός κόσμος όσο το δυνατόν περισσότερο όμοιος με το τέλειο και νοητό Έμβιο Ον και να μιμηθεί την αιωνιότητα της φύσεώς του.





IV. Ορισμός της έννοιας του χρόνου από τον Αριστοτέλη





Ο Αριστοτέλης θεώρησε τον χρόνο ως ενδογενή και θεμελιακό για το σύμπαν. Ο χρόνος για τον Σταγειρίτη φιλόσοφο εξελίσσεται προσανατολισμένα, ευθύγραμμα και χωρίς αναστροφή: «συνεχής»7. Υποστηρίζει δηλαδή την γραμμική χρονική θεώρηση. Ο ίδιος δέχεται ως πραγματικό χρόνο αυτόν που βιώνουμε και οι αισθήσεις καταγράφουν ως φυσικό και μετρήσιμο χρόνο. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που παραθέτει σχετικά με τους ανθρώπους των Σάρδεων8, οι οποίοι κοιμήθηκαν κοντά στους ήρωες και συνδέουν τις προηγούμενες στιγμές με τις μετέπειτα, σβήνοντας το χρονικό διάστημα το οποίο μεσολαβεί κατά την διάρκεια που δεν έχουν τις αισθήσεις τους.





Προχωρώντας περισσότερο προσδιορίζει ως ουσία του χρόνου την διάρκεια κάποιας μεταβολής, είτε αυτή εκδηλώνεται σε κίνηση πραγμάτων, είτε εκδηλώνεται ως βιολογική εξέλιξη και ως ιστορία γεγονότων και πράξεων. Θεωρεί ότι δεν μπορεί να υπάρξει χρόνος χωρίς κίνηση και μεταβολή, επισημαίνοντας ότι: «ο χρόνος ούτε κίνηση είναι ούτε υπάρχει δίχως κίνηση»9. Με άλλα λόγια τον ορίζει ως κάτι από την κίνηση, χωρίς να προσδιορίζει ακριβώς τι, πράγμα που θα πράξει παρακάτω.





Συνεχίζοντας την ανάλυσή του για τον χρόνο, ο Αριστοτέλης τον ορίζει σε σχέση με το τώρα: «νυν»10, επισημαίνοντας όμως ότι όταν το αντιλαμβανόμαστε ως κάτι ξεχωριστό, δίχως ταυτόχρονα να το συνδέουμε με το πριν και το μετά, τα οποία βρίσκονται σε διαρκή κίνηση και αποτελούν δομικούς παράγοντες για την κατανόηση της έννοιας του χρόνου, τότε σχηματίζουμε λανθασμένα την εντύπωση πως δεν έχει περάσει καθόλου χρόνος. Το τελευταίο αποτελεί φυσικό επακόλουθο του γεγονότος της ανυπαρξίας κίνησης.





Επιπρόσθετα, υποστηρίζει ότι στον φυσικό κόσμο συντελείται μέσα στον χρόνο πραγματική μεταβολή ποιοτήτων, όπως γένεσις και φθορά, ένα διαρκές γίγνεσθαι δηλαδή. Για τον Σταγειρίτη φιλόσοφο, ο κόσμος έχει μια θεμελιώδη χρονική δομή, κάθε διαδικασία έχει εγγενή χρονικά μέρη και σχέσεις που αποτελούν ουσιαστικό στοιχείο της πραγματικότητάς της. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητή (η διαδικασία), αν δεν λάβουμε υπόψη μας αυτή την χρονική δομή. Έτσι, καταλήγει στον τελικό ορισμό που δίνει για τον χρόνο, ορίζοντάς τον ως αριθμό κινήσεως11 από την άποψη του προηγηθέντος και του κατοπινού: «πρότερον και ύστερον»12.





V. Ο συσχετισμός μεταξύ χρόνου και κινήσεως σύμφωνα με τον


Αριστοτέλη







Ας έρθουμε τώρα να εξετάσουμε την θεμελιώδη, σύμφωνα με τον μεγάλο Σταγειρίτη φιλόσοφο, σχέση μεταξύ χρόνου και κίνησης. Όπως ήδη αναφέραμε, ο Αριστοτέλης εννοεί τον χρόνο ως κίνηση αριθμού κατά το πρότερον και ύστερον. Οι λέξεις πρότερον και ύστερον δεν θα είχαν κανένα απολύτως νόημα, εάν η έννοια του χρόνου δεν ήταν υπαρκτή και κατανοητή, και τότε όλα θα βρισκόταν σε μία αέναη κίνηση, στην οποία ούτε κατάσταση ούτε γεγονός θα μπορούσε να δώσει το στίγμα του στη συλλογιστική συνέχεια των ανθρώπων. Κι έτσι, ενώ ο χρόνος παρουσιάζεται ως μια μονάδα μέτρησης, η οποία διευκολύνει τον άνθρωπο να προγραμματίζει, τελικά έχει άμεση σχέση με τη μνήμη, η οποία έχει θεμελιώδη σημασία για την έννοια του χρόνου. Η γνώση ότι ένα γεγονός προηγήθηκε ενός άλλου, συνήθως, προέρχεται από τη θύμηση ότι το πρώτο είναι λιγότερο έντονο από το δεύτερο.





Συνεχίζοντας, και αφού υπενθυμίσουμε το γεγονός ότι η ιδέα της κίνησηςβρίσκεται στην καρδιά της αριστοτελικής φυσικής φιλοσοφίας, διαπιστώνουμε ότι ο Αριστοτέλης παραθέτοντας την κίνηση με την έννοια της μεταβολής και του διαρκούς γίγνεσθαι, επιχειρεί με αυτόν τον τρόπο να κατανοήσει τα φυσικά φαινόμενα με τους όρους που υπαγορεύει η φύση. Η σύνδεση αυτή της εσωτερικής κίνησης και μεταβολής με την ύλη και τη φύση αποτελεί το κρίσιμο δεδομένο, στο οποίο εισάγεται ο χρόνος για να συμπληρώσει το σκηνικό. Ο χρόνος, δηλαδή, συνδέεται, πάντα κατά την Αριστοτέλεια άποψη, με έναν τρόπο άμεσο και ουσιαστικό με την κίνηση: «καθίσταται φανερό ότι δεν υπάρχει χρόνος χωρίς την κίνηση και μεταβολή»13. Το επισημάναμε, άλλωστε, στην ενότητα όπου παραθέσαμε τον ορισμό του.





Ο συσχετισμός μεταξύ χρόνου και κίνησης, σύμφωνα με τον Σταγειρίτη φιλόσοφο, έγκειται στον εγγενή χαρακτήρα της κίνησης η οποία επιτρέπει την αρίθμηση των διαδοχικών καταστάσεων, οι οποίες με την σειρά τους σημαδεύονται από μια σαφή διάκριση μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος. Θα μπορούσαμε έτσι να υποστηρίξουμε ότι ο Αριστοτέλης εγκαινιάζει εδώ τη θεωρητική θεμελίωση της ιδέας του «Βέλους του χρόνου»14 και της ασυμμετρίας μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, που συνδέονται με το τώρα.





Κατά συνέπεια, το αριστοτελικό μοντέλο της φύσης, το οποίο οικοδομείται με βάση ένα λογικά δομημένο σκεπτικό το οποίο παραθέσαμε αναλύοντας το διεξοδικά, έχει ένα σαφή δυναμικό χαρακτήρα, που εκφράζεται με το διαρκές πέρασμα από την εν δυνάμει στην εν ενεργεία κατάσταση. Στο πλαίσιο αυτό και η ύλη, το υποκείμενο της μεταβολής, έχει επίσης έναν δυναμικό χαρακτήρα, διότι περικλείει μέσα της την κίνηση. Τέλος, η κίνηση είναι αλληλένδετη με τον χρόνο, ο οποίος κυλάει πάντοτε προς μια κατεύθυνση, δηλαδή προς τα εμπρός, ακολουθώντας το γραμμικό μοντέλο από το παρελθόν προς το μέλλον. Ο ίδιος δε, είναι απόλυτα συνυφασμένος με το γίγνεσθαι του φυσικού κόσμου.





VI. Συμπεράσματα





Εξετάζοντας τις αντιλήψεις για τον χρόνο των δύο μεγάλων στοχαστών της αρχαιότητας, του Πλάτωνα από την μία πλευρά και του Αριστοτέλη από την άλλη, παρατηρούμε δύο άκρως ενδιαφέρουσες απόψεις. Ο μαθητής του Σωκράτη, ο Πλάτωνας, προχώρησε αρκετά σε σχέση με την εκτίμηση της διάστασης του χρόνου. Σύμφωνα με τα γραφόμενα του μιλάει για την κυκλική κίνηση του χρόνου, μέσω των ουρανίων σωμάτων, και υποστηρίζει ότι τόσο ο φυσικός κόσμος όσο και ο χρόνος ανήκουν σε μια δευτερεύουσα φαινομενική πραγματικότητα. Το παρελθόν και το μέλλον αποτελούν είδη του χρόνου, ο οποίος σε τελική ανάλυση μιμείται την αιωνιότητα.





Από την άλλη, ο Σταγειρίτης φιλόσοφος πρεσβεύει την γραμμική θεώρηση του χρόνου, τον οποίο συνδέει με την αδιάκοπη κίνηση και μεταβολή. Πρόκειται για δύο μεγέθη ανάλογα, αφού ο χρόνος κυλά κατ’ αναλογία με την κίνηση. Αυτή η συνάφεια χρόνου-κίνησης τοποθετείται στα πλαίσια παρελθόντος-μέλλοντος, μέσω του άχρονου παρόντος το οποίο παίζει ρόλο μεσολαβητή.

ΠΗΓΗ"THE PERSISTENCE OF A FREE PHOTON

Σάββατο 16 Μαρτίου 2013

Οι Επτά Σοφοί της αρχαίας Ελλάδας


1. ΧΙΛΩΝ Ο ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΟΣ

Ο Χίλων ή Χείλων o Λακεδαιμόνιος, γιος του Δαμαγέτου, ήταν πολιτικός, νομοθέτης, φιλόσοφος και ελεγειακός ποιητής, που έζησε κατά τον στ' π.Χ. αιώνα και αναφέρεται ως ένας από τους Επτά Σοφούς της Aρχαίας Ελλάδας.

Γεννήθηκε το 600 π.Χ. στη Σπάρτη και πέθανε το 520 π.Χ. στην Πίσσα της Σικελίας. Κατά την παράδοση (και τον Έρμιππο) πέθανε σε ηλικία 80 ετών κατά τα προλεχθέντα, από τη μεγάλη του συγκίνηση και την υπερβολική χαρά του, όταν αγκάλιασε το γιο του, που μόλις είχε επιστρέψει Ολυμπιονίκης στο αγώνισμα της «πυγμής» (πυγμαχίας), οπότε και κηδεύτηκε με μεγάλες τιμές, ενώ στον τάφο του γράφτηκε η φράση: «Υιός Χίλωνος, πυγμή χλωρόν έλεν κότινον / Είδ΄ο πατήρ στεφανούχον ιδών τέκνον ήμυσεν ησθείς ού νεμεσητόν. Εμοί τοίος ίτω θάνατος» [«Μακάρι να είχα κι εγώ ένα τέτοιο θάνατο»]. Σύμφωνα με τον Διογένη το Λαέρτιο που τον βιογράφησε (Α’ 3,68-73), οι Σπαρτιάτες ανήγειραν και άγαλμα προς τιμή του, με το επίγραμμα «Τόνδε δορυστέφανος Σπάρτα Χίλων, εφύτευσεν, ός των Επτά Σοφών, πρώτος, έφυ Σοφός» [περ. «Η πολεμόχαρη Σπάρτη γέννησε αυτόν εδώ τον Χίλωνα, που ήταν ο πρώτος, δηλαδή ο μεγαλύτερος, Σοφός από τους επτά Σοφούς»].

Ιδιαίτερης τιμής και εκτιμήσεως έχαιρε ο Χίλων και κατά τη διάρκεια της ζωής του. Οι συμπατριώτες του, μάλιστα, τον εξέλεξαν και Έφορο, το 556 π.Χ. (κατά την 56η Ολυμπιάδα). Η θητεία του κρίνεται ιδιαίτερα επιτυχημένη και μάλιστα με μεγάλη σημασία στην ιστορική εξέλιξη του πολιτεύματος της πόλης, αφού κατά τη διάρκεια της θητείας του εισηγήθηκε και πέτυχε τη μεταρρύθμιση του καθεστώτος του Λυκούργου, με την εξύψωση του θεσμού των Εφόρων και τον αποφασιστικό περιορισμό, κατά τον τρόπο αυτό, της βασιλικής δύναμης και εξουσίας, προς όφελος της λαϊκής κυριαρχίας.

Αλλά και μεταξύ των Ελλήνων της υπολοίπου Ελλάδας είχε αποκτήσει φήμη και έχαιρε ιδιαίτερης τιμής ο Χίλων, μεταξύ άλλων για τη ρήση του ότι τα Κύθηρα ήταν καλύτερα να μην υπήρχαν, φράση που αποδείχθηκε σοφή κατά τους μηδικούς πολέμους, όταν ο Δημάρατος συμβούλεψε τον Ξέρξη να συγκεντρώσει εκεί τον στόλο του, συμβουλή που ευτυχώς δεν εισακούστηκε από τον βασιλιά των Περσών, διότι τότε πιθανόν να κυριευόταν όλη η Ελλάδα (πρβλ. Ηρόδοτος Α’59), όπως αποδείχθηκε αργότερα, κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, οπότε ο Νικίας εγκατέστησε στο συγκεκριμένο νησί αθηναϊκή φρουρά, προκαλώντας μεγάλες ζημιές στους Λακεδαιμόνιους.
Ενδεικτικός και χαρακτηριστικός της σοφίας του είναι ο διάλογος που φέρεται να είχε, σε μεγάλη πλέον ηλικία, με τον ακμάζοντα, τότε, Αίσωπο. Ο τελευταίος φέρεται να τον ρώτησε «τι πράττει ο Δίας» και εκείνος του απάντησε «Ταπεινοί τα υψηλά και τα ταπεινά υψοί». Σε ερώτηση «κατά τι διαφέρουν οι πεπαιδευμένοι από τους απαίδευτους», απάντησε «ελπίσιν αγαθαίς» και, τέλος, στην ερώτηση «τι είναι δύσκολο» φέρεται να απάντησε το «τα απόρρητα σιωπήσαι και σχολήν [ή, κατ’ άλλη εκδοχή, «χολήν»] εύ διαθέσθαι και αδικούμενον δύνασθαι φέρειν».

Τα πιο σπουδαία και γνωστά γνωμικά του, δηλαδή το «μηδέν άγαν», το «γνώθι σαυτόν» και το «εγγύα παρά δ’ άττα» [σημειωτέον ότι το πρώτο απ’ αυτά αποδίδεται, κατ’ άλλη εκδοχή, στον Σόλωνα, ενώ το δεύτερο στον Θαλή] είχαν γραφτεί στον τοίχο (ή στην προμετωπίδα) του ναού του Απόλλωνα, στους Δελφούς. Ειδικά για το γνώθι σαυτόν αναφέρεται από τον Κλέαρχο ότι το γνωμικό αυτό λέχθηκε στον Χίλωνα ως μυστικό από τον θεό (Ι.Στοβαίου Ανθολ., τόμ.Α’ βιβλ.21 παρ.12)

2. ΠΙΤΤΑΚΟΣ Ο ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ

Ο Πιττακός ο Μυτιληναίος (περ. 650-570) ήταν πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της Μυτιλήνης, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας και μνημονεύεται μαζί με τον Θαλή, τον Βία και το Σόλωνα σε όλους τους σχετικούς καταλόγους.

Πατρίδα του ήταν η Μυτιλήνη, ο δε Σουίδας θέτει τη γέννησή του κατά την τριακοστή τρίτη Ολυμπιάδα, δηλαδή περί το 652 π.Χ.. Φημιζόταν για την πολιτική και κοινωνική σοφία του, τη σύνεση και την χρηστότητά του, αλλά και την πολεμική ανδρεία του. Στον πολιτικό στίβο της πατρίδας του εισήλθε ενεργά το 612 π.Χ., όταν από κοινού με τους αδελφούς του Αλκαίου, οι οποίοι ηγούνταν της αριστοκρατικής μερίδας, φόνευσε τον τύραννο Μέλαγχρο. Έξι χρόνια μετά τον βρίσκουμε να οδηγεί τους συμπολίτες τους στον πόλεμο κατά των Αθηναίων, με αντικείμενο την κατοχή του Σιγείου. Ο Πιττακός διακρίθηκε στη μάχη, σκότωσε μάλιστα, στο πλαίσιο μονομαχίας, τον Φρύνωνα, στρατηγό των Αθηναίων, νικητή των Ολυμπίων και διάσημο για το θάρρος και την ανδρεία του. Οι Μυτιληναίοι τον τίμησαν για τα κατορθώματά του, όμως εκείνος από τα εδάφη που του προσφέρθηκαν δέχτηκε μόνο την έκταση που σηματοδοτήθηκε από μια ρίψη του ακοντίου του.
Κατόπιν, διέθεσε τη γη για ιερή χρήση η οποία έκτοτε αποκαλείται Πιττακού γή.

Ο πόλεμος με τους Αθηναίους έληξε με παρέμβαση του Περιάνδρου, ο οποίος παραχώρησε τη διαφιλονικούμενη έκταση στους Αθηναίους. Οι εσωτερικές ταραχές στην Μυτιλήνη συνεχίστηκαν, υποδαυλισμένες από τη μερίδα των αριστοκρατών, με προεξάρχοντες τον Αλκαίο και τον αδελφό του, Αντιμενίδη. Όταν αυτοί εξορίστηκαν, η πόλη γνώρισε περίοδο σχετικής ηρεμίας, ώσπου οι φυγάδες επιχείρησαν να πετύχουν την επάνοδό τους με τη βία των όπλων. Ο δήμος, προκειμένου να αποκρούσει την απειλή, εξέλεξη ως αισυμνήτη τον Πιττακό, στον οποίο παραχώρησε απόλυτη εξουσία. Ο μεγάλος άνδρας παρέμεινε στο θώκο επί μία δεκαετία (589-579) με την παρέλευση της οποίας παραιτήθηκε από την αρχή εκουσίως.

Στη διάρκεια της ηγεμονίας του δεν επιχείρησε να ανατρέψει το πολίτευμα, αλλά επιδόθηκε στη βελτίωση και την αναθεώρηση των νόμων. Οι ολιγαρχικοί τον σκιαγραφούσαν ως τύραννο, ο δε Αλκαίος σε σχόλιό του χαρακτήρισε τον Πιττακό κακοπάτριδα και εξέφρασε την περιφρόνησή του για τον τρόπο με τον οποίο ο λαός τον εξέλεξε ως αισυμνήτη. Ο Πιττακός πέθανε περί το 569, σε ηλικία εβδομήντα ετών κατά τον Διογένη Λαέρτιο, ογδόντα ετών κατά τον Σουίδα και εκατό ετών κατά τον Λουκιανό. Του αποδίδονται πολλά, χαμένα όμως, ελεγειακά ποιήματα, καθώς και πολλά γνωμικά, όπως "Αγάπα τον πλησίον σου μικρά ελαττούμενος." (να ανέχεσαι τον πλησίον σου ακόμα και μειώνοντας [ή ζημιώνοντας] λίγο τον εαυτό σου). "χαλεπόν εσθλόν έμμεναι" και το "γίγνωσκε καιρόν". Το πρώτο αποτέλεσε θέμα ωδής του Σιμωνίδη.

3. ΒΙΑΣ Ο ΠΡΙΗΝΕΥΣ

O Βίας ο Πριηνεύς ήταν Έλληνας φιλόσοφος , ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, και καταγόταν από την Πριήνη της Ιωνίας (625 – 540 π.Χ.), ήταν γιος του Τευτάμου και γνώρισε μεγάλη φήμη και δόξα γύρω στα 570 π.Χ., την περίοδο που βασιλείς της Λυδίας ήταν ο Αλυάττης και ο Κροίσος.

Έγινε γνωστός για την δικαιοσύνη του και την ρητορική του δεινότητα. Ο Σάτυρος ο περιπατητικός, που έγραψε τις βιογραφίες των Σοφών, ονόμασε το Βίαντα «προκεκριμένον των Επτά». Σύμφωνα με τον Σάτυρο, όταν κάποτε οι Αθηναίοι, σύμφωνα με κάποιο θρύλο, βρήκαν, ενώ ψάρευαν, ένα χάλκινο τρίποδα με την επιγραφή «τω σοφώ», δηλαδή στον σοφό, έστειλαν το εύρημα τους στο Βίαντα, κρίνοντάς τον σαν τον σοφότερο άνδρα της εποχής του. Ήταν άνθρωπος ανιδιοτελής, δίκαιος, εγκρατής και λιτοδίαιτος. Τα δύο πιο κύρια γνωρίσματα του ήταν η ρητορική του δεινότητα και το ακοίμητο πνεύμα της δικαιοσύνης, απ` το οποίο διακατέχονταν. Στα δικαστήρια συνηγορούσε πάντα δωρεάν, υπερασπίζοντας σ` αυτά τους αδικούμενους πολίτες. Όταν ήταν αναγκασμένος να καταδικάσει κάποιον σε θάνατο, δάκρυζε. Λέγεται ότι κάποτε απελευθέρωσε κάποιες γυναίκες που είχαν γίνει δούλες, καταβάλλοντας τα λύτρα και αφού τις δίδαξε και τις προίκισε, τις έστειλε πίσω στους δικούς τους.

Ο Βίας ήταν γνωστός στην αρχαιότητα για τη μεγάλη αγάπη που έτρεφε στην γενέτειρα πατρίδα του και παροιμιώδης έμεινε η μεγάλη δικανική του δεινότητα. Ο Βίας πέθανε σε ηλικία 85 χρονών περίπου, καθώς αγόρευε στο δικαστήριο. Όπως διηγείται ο Διογένης ο Λαέρτιος, πέθανε όπως πεθαίνουν όλοι οι δίκαιοι άνθρωποι. Έγραψε το ποίημα «Περί Ιωνίας, τίνα μάλιστ’ αν τρόπον ευδαιμονοίη» (με ποίον τρόπο δηλαδή θα μπορούσε να ευτυχήσει η Ιωνία), με δύο χιλιάδες στίχους.
Οι Πριηνείς τίμησαν το σοφό, τόσο ενόσω ακόμη ζούσε, όσο και μετά το θάνατό του, όταν και του έστησαν μεγαλοπρεπές μνημείο, το λεγόμενο «Τευτάμειον τέμενος» (από το όνομα του πατέρα του, που λεγόταν Τεύταμος ή Τεντεμίδης). Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως όταν η πατρίδα του Πριήνη κατακτήθηκε από τους Πέρσες, οι δε συμπολίτες του έφευγαν πρόσφυγες από εκεί, συναποκομίζοντας και τα υπάρχοντά τους, κάποιος τον ρώτησε γιατί κείνος δεν παίρνει κάτι μαζί του στη φυγή οπότε, ο Βϊας του απάντησε: «Τα εμά πάντα μετ` εμού φέρω», δηλαδή «Ότι έχω μαζί μου το φέρνω», εννοώντας πως δεν είχε κάτι για να πάρει και αυτός, όπως οι άλλοι.

Αναφέρεται επίσης ότι ο Ηράκλειτος, ο οποίος πολύ τον είχε εκτιμήσει, είπε για τον Βία: «Εν Πριήνη Βίας εγένετο ο Τευταμείω, ου πλείων λόγος ή των άλλων», υποδηλώνοντας έτσι πως ο Βίας ήτανε ανώτερος από τους άλλους έξη της χορείας των εφτά αρχαιοελλήνων σοφών.

4. ΣΟΛΩΝ Ο ΑΘΗΝΑΙΟΣ

Ο Σόλων (περ. 639 - 559 π.Χ.) ήταν σημαντικός Αθηναίος νομοθέτης, φιλόσοφος, ποιητής και ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας.Ανήκε σε πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια, η οποία καταγόταν από τη γενιά του βασιλιά της Αθήνας Κόδρου. Ο πατέρας του ονομαζόταν Εξηκεστίδης· αυτός φρόντισε για την εκπαίδευση και ανατροφή του γιού του. Όταν ο Σόλων έχασε την περιουσία του, στράφηκε προς το εμπόριο και ταξίδεψε στην Αίγυπτο και τη Μ. Ασία. Επωφελούμενος από τα ταξίδια του αυτά μελέτησε ξένους πολιτισμούς και νόμους, καθώς και τον πολιτικοοικονομικό βίο των άλλων χωρών. Τα εφόδια που απέκτησε τα χρησιμοποίησε αποτελεσματικά για την κοινωνική και οικονομική ανόρθωση της πατρίδας του και έτσι κατόρθωσε να αναδειχτεί στο σπουδαιότερο άνδρα της εποχής του.

Την εμπιστοσύνη του λαού την κέρδισε πρώτα με το ποιητικό του έργο. Ο Σόλων υπήρξε και ελεγειακός ποιητής. Έγραψε ελεγεία με τίτλο "Σαλαμίς", στην οποία προτρέπει τους Αθηναίους να ανακτήσουν το αγαπημένο τους νησί. Από την ελεγεία αυτή σώζονται μόνο οκτώ στίχοι. Ο Σόλων έγραψε επίσης πολιτικές ελεγείες, από τις οποίες έχουμε μεγαλύτερα αποσπάσματα. Σε αυτές εκφράζει τα πολιτικά του φρονήματα και αντανακλά τη φιλοπατρία του και την αγάπη του προς τη δικαιοσύνη. Οι ελεγείες του ονομάστηκαν "γνωμικές", επειδή περιέχουν πολλές γνώμες. Με τους φλογερούς του στίχους επηρέασε την αθηναϊκή κοινή γνώμη, συμβουλεύοντας, ενθαρρύνοντας και ενθουσιάζοντας τους Αθηναίους. Στα ποιήματά του έκανε τη διαπίστωση ότι η κακοδαιμονία της πόλης και οι φιλονικίες οφείλονται στον αγώνα των τάξεων και υποσχόταν τη θεραπεία του κακού. Γι' αυτό οι Αθηναίοι τον επέλεξαν ως νομοθέτη, για να αποκαταστήσει την ειρήνη με τη μεταβολή των θεσμών.

Ως συνέπεια βίαιης και μακροχρόνιας εξέγερσης των πολιτών ενάντια στους ευγενείς, ο Σόλων κλήθηκε κοινή συναινέσει των αντιμαχόμενων μερών[1], το 594/3 π.Χ. με έκτακτη διαδικασία να νομοθετήσει και για το έργο αυτό εξοπλίστηκε με έκτακτες εξουσίες. Εκείνο το έτος εξελέγη άρχων από το δήμο της Αθήνας και όχι από τον Άρειο Πάγο, όπως προέβλεπε το αθηναϊκό πολίτευμα της εποχής. Του δόθηκαν οι έκτακτες εξουσίες του διαλλακτού, δηλ. του μεσολαβητή, του συμφιλιωτή, και του νομοθέτου, τις οποίες διατήρησε και μετά το τέλος της ετήσιας αρχοντείας του. Οι νόμοι που θέσπισε δημοσιεύτηκαν ίσως το 592/1 π.Χ. Ο Σόλων, για να αποφύγει μεταβολές της νομοθεσίας του και για να μην αναμειχθεί στην εφαρμογή της, αποδήμησε για δέκα χρόνια. Στην ενέργειά του αυτή διακρίνεται μια πρώτη εφαρμογή της διάκρισης της νομοθετικής από την εκτελεστική εξουσία. Κρίνοντας από την τυραννία του Πεισίστρατου και των διαδόχων του, που εγκαθιδρύθηκε το 561 π.Χ. και διάρκεσε ως το 510 π.Χ., οι μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα φαίνεται πως δεν αντιμετώπισαν πλήρως τα προβλήματα που επιδίωκαν να λύσουν. Η ουσία τους όμως διατηρήθηκε και μετά το τέλος της τυραννίας και αποτέλεσε το θεμέλιο πάνω στο οποίο εδραιώθηκε η κλασική αθηναϊκή δημοκρατία.

Ο Σόλων κατά τη διάρκεια των δέκα χρόνων της αυτοεξορίας του επισκέφτηκε, μεταξύ άλλων, και το βασιλιά των Σάρδεων Κροίσο, ο οποίος τον ρώτησε αν γνώριζε κανέναν άνθρωπο πιο ευτυχισμένο από αυτόν. Ο Σόλων του ανέφερε τρεις περιπτώσεις ευτυχισμένων ανθρώπων και τον συμβούλεψε με το γνωστό: "Μηδένα προ του τέλους μακάριζε" (=μη μακαρίζεις κανέναν, προτού να δεις το τέλος του). Όταν ξαναγύρισε στην Αθήνα, τη βρήκε σε πολύ καλή κατάσταση χάρη στα δικά του νομοθετικά μέτρα και πέθανε ευτυχισμένος σε βαθιά γεράματα.

5. ΠΕΡΙΑΝΔΡΟΣ Ο ΚΟΡΙΝΘΙΟΣ

Ο Περίανδρος ο Κυψέλου, Κορίνθιος, ήταν περιώνυμος για την κακουργία αλλά και τη μεγαλοπραγμοσύνη και σοφία του τύραννος της Κορίνθου (668 – 584π.Χ.) που διαδέχθηκε τον πατέρα του Κύψελο που είχε ανατρέψει την δωρική αριστοκρατία. Υπήρξε στην αρχή πολύ ηπιότερος του πατρός του αλλά αργότερα παρασύρθηκε σε αδικοπραγίες και ωμότητες. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι κάποτε ο Περίανδρος ζήτησε συμβουλή από τον τύραννο της Μιλήτου Θρασύβουλο πώς να στερεώσει καλλίτερα την Αρχή του και έλαβε με συμβολική πράξη την απάντηση ότι θα πρέπει να εξοντώσει κάθε ισχυρό αντίπαλο ή αντιδρώντα στο έργο του.

Έκτοτε ο Περίανδρος δεν δίστασε ακόμη και να διαπράξει φόνους οικείων του. Έτσι φόνευσε με λακτίσματα τη γυναίκα του Λυσίδη την οποία και αποκαλούσε θωπευτικά «Μέλισσα». Μεταμεληθείς, με την ιδέα της εξιλέωσης, πρόσθεσε νέο αποτρόπαιο έγκλημα όταν κάλεσε σε επίσημη εορτή στην αυλή του τις επιφανέστερες γυναίκες της Κορίνθου ξεγύμνωσε αυτές και έκαψε τα ενδύματα και τα κοσμήματά τους επί της πυράς της εστίας. Τον εκ Λυσίδης γιο του Λυκάφρονα επειδή αντέδρασε στις συμπεριφορές του αυτές εξόρισε στην Κέρκυρα που τότε υπαγόταν στην Κόρινθο. Όταν αργότερα τον ανακάλεσε, ο Λυκάφρονας αρνήθηκε την πατρική και δημόσια θέση λέγοντας πως δεν μπορεί να συζεί με τον φονιά της μητέρας του. Τότε ο Περίανδρος δέχθηκε να παραιτηθεί υπέρ του γιου του και να αποσυρθεί στην Κέρκυρα. Όταν όμως πληροφορήθηκαν τούτο οι Κερκυραίοι φοβούμενοι μη τύχουν άλλης καταπίεσης φόνευσαν τον Λυκάφρονα. Ο Περίανδρος τότε για να τους τιμωρήσει συγκέντρωσε 300 παίδες των καλλιτέρων οικογενειών της Κέρκυρας και τους έστειλε στο Βασιλιά της Λυδίας Αλυάττη για να τους ευνουχίσει κατά το ασιατικό έθιμο. Το πλοίο όμως προσάραξε στη Σάμο και οι νέοι ελευθερώθηκαν.

Ο Περίανδρος αν και αγαπούσε τις στρατιωτικές επιδείξεις φαίνεται πως δεν ενεπλάκη σε εξωτερικούς πολέμους. Τον μοναδικό που οργάνωσε ήταν κατά του πεθερού του Προκλέα, τυράννου της Επιδαύρου, με λόγο αιτίας το θάνατο της κόρης του. Αυτές είναι περίπου οι μαρτυρίες των παλαιών που διασώθηκαν περί του Περίανδρου που ίσως να είναι ψευδείς ή υπερβολικές αν γίνει σύγκριση με άλλα γεγονότα από τα οποία διαπιστώνεται ότι επί εποχής του η Κόρινθος ανυψώθηκε σε δύναμη και ακμή και έφθασε να γίνει θαλασσοκράτειρα. Εκτός όμως αυτού ο Περίανδρος υπήρξε και κοινωνικός αναμορφωτής, νομοθέτησε κατά της ασωτίας, πολυτέλειας, εύρεση εργασίας σε φτωχούς και φορολογίας των πλουσίων. Προστάτευσε τα γράμματα και τις τέχνες και κατέστησε την αυλή του κέντρο πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας. Για δε τη σπάνια θυμοσοφία του κατατάχθηκε μεταξύ των επτά σοφών του αρχαίου κόσμου.

Προϊόντα της διανοητικής γονιμότητας και ανθηρότητάς του αποτελούν αφενός ένα μακρύ ποίημά του με τίτλο «Υποθήκες στον ανθρώπινο βίο» από το οποίο ελάχιστα αποσπάσματα διασώθηκαν και αφετέρου τα αποφθέγματά του που αποστάζουν ευγένεια αισθήματος, αλάθητο πείρα και πρακτική σοφία.

6. ΘΑΛΗΣ Ο ΜΙΛΗΣΙΟΣ

Ο Θαλής ο Μιλήσιος, (περ 630/635 π.Χ. - 543 π.Χ.), προσωκρατικός φιλόσοφος, που δραστηριοποιήθηκε στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ. στη Μίλητο. Του αποδίδεται το έργο Ναυτική Αστρολογία, αλλά θεωρείται μάλλον αμφίβολο αν έγραψε ο ίδιος. Για την ανασύσταση της σκέψης του βασιζόμαστε αποκλειστικά σε μαρτυρίες. Η παράδοση κατατάσσει τον Θαλή μεταξύ των επτά σοφών και τον περιγράφει ως άνθρωπο με πλατιές γνώσεις και μεγάλη επινοητικότητα. Το σημαντικότερο είναι, ωστόσο, ότι μέσω της προβληματικής του για την αρχή του κόσμου ανήγαγε τα πολλαπλά φαινόμενα του κόσμου σε μία απρόσωπη, μοναδική ή ενιαία αρχή, γεγονός που τον κατατάσσει δίκαια στη χορεία των φιλοσόφων και σε έναν απο τους επτά μεγάλους σοφούς της αρχαίας Ελλάδας. Ο Θαλής είναι γνωστός και για την επιτυχημένη πρόβλεψη της ηλιακής έκλειψης του 585. Ο Θαλής ο Μιλήσιος ανακάλυψε επίσης τις τροπές (ηλιοστάσια), το ετερόφωτο της Σελήνης, καθώς και τον ηλεκτρισμό και τον μαγνητισμό, από τις ελκτικές ιδιότητες του ορυκτού μαγνητίτη και του ήλεκτρου (κεχριμπάρι).

Στην κοσμολογία του φιλόσοφου σημαντικό ρόλο παίζει το νερό (ύδωρ). Του αποδίδονται οι κοσμολογικές απόψεις οτι "η Γη έχει τη μορφή ενός κυκλικού δίσκου που στηρίζεται στο νερό" και ότι "το νερό είναι η αρχή των πάντων". Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη στο (Περί Ουρανού Β 13) ήταν η αρχαιότερη θεωρία που είχε διατυπωθεί και είχε παραδοθεί από τον Θαλή. Τούτη η άποψη φέρει ίχνη των ομηρικών και των ησιόδειων κοσμολογικών αντιλήψεων, ιδιαίτερα της εικόνας του Ωκεανού ποταμού που περιβάλλει την Γη και είναι πηγή όλων των υδάτων. Η ιδέα, όμως ότι κάτω από τη γη υπάρχουν νερά, στρέφει το ενδιαφέρον της έρευνας προς την πλευρά της Βαβυλωνιακής και της Αιγυπτιακής μυθολογίας και υποδεικνύει ως ένα βαθμό μια άμεση επαφή του Θαλή με τις μυθολογίες της Εγγύς Ανατολής. Είτε θεωρούσε ότι το νερό εκτός από κοσμογονική αρχή συμμετέχει στη σύσταση του κοσμου είτε όχι, το σημαντικό είναι ότι ο φιλόσοφος αφαιρεί από το νερό τη θεϊκή του ιδιότητα και το αναγνωρίζει μόνον ως φυσικό σώμα.

Όπως μας παραδίδει ο Αριστοτέλης στο Περί Ψυχής Α5 και Α3 ο Θαλής πίστευε πως ο κόσμος είναι γεμάτος θεους (πάντα πλήρη θεών είναι) και ότι η ψυχή είναι κάτι το κινητικό (κινητικόν τι). Πρόκειται ουσιαστικά για μια αρχαϊκή διατύπωση της θεωρίας του υλοζωισμού, σύμφωνα με την οποία ο κόσμος είναι ζωντανός και έμψυχος, γεγονός που πιστοποιείται από την κινητικότητά του. Ο υλοζωισμός στην νεότερη έννοιά του θεωρεί ως δομικό στοιχείο του κόσμου το φυσικό στοιχείο εννοώντας το ως έμβιο, ως οντότητα στην οποία η ύλη και η ενέργεια είναι αδιάσπαστα ενωμένες.

7. ΚΛΕΟΒΟΥΛΟΣ Ο ΡΟΔΙΟΣ

Ο Κλεόβουλος o Ρόδιος (600–530 π.Χ.), ήταν σύμφωνα με τον Πλούταρχο, τύραννος της Λίνδου στη Ρόδο κι ένας από τους επτά σοφούς. Ονομάζεται και «Κλεόβουλος ο Λίνδιος» διότι ως γνωστόν η Ρόδος στα παλιά χρόνια ήταν χωρισμένη στις τρεις αρχαίες πόλεις: Λίνδος, Κάμειρος και Ιάλυσος των οποίων μέρη διασώζονται μέχρι και σήμερα. Κατά την επικρατέστερη άποψη ο σοφός είχε Δωρική προέλευση, ο ίδιος δε, έλεγε πως έλκει την καταγωγή του απευθείας από τον Ηρακλή. Έζησε την ίδια εποχή με το Σόλωνα, γεγονός που το επιβεβαιώνει μία επιστολή του που διασώθηκε και απευθύνεται στον Αθηναίο νομοθέτη.

Ο Κλεόβουλος ξεχώριζε για τη δύναμη και την ομορφιά του. Είχε ταξιδέψει πολύ και είχε γνωρίσει την αιγυπτιακή φιλοσοφία. Η Λίνδος κατά την εποχή του Κλεόβουλου, γνώρισε τεράστια πολιτιστική ακμή κι έγινε κέντρο των τεχνών και του πολιτισμού. Ο Κλεόβουλος ήταν αυτός που αναβίωσε την λατρεία της Λίνδιας Αθηνάς κι έχτισε έναν θαυμάσιο ναό, στον χώρο του παλιού ναού της Αθηνάς, ο οποίος χρονολογείται από την Μυκηναϊκή περίοδο. Από τα έμμετρα αινίγματα για τα οποία φημίζεται ο Κλεόβουλος δε διασώθηκε παρά μόνο το ακόλουθο, η λύση του οποίου είναι το έτος, οι μήνες και οι μέρες: «ένας ο πατέρας και τα παιδιά του δώδεκα. Καθένα από τα παιδιά έχει δυο φορές τριάντα θυγατέρες που έχουν όψη διαφορετική. Άλλες είναι άσπρες κι άλλες μαύρες κι ακόμη όλες είναι αθάνατες κι όλες πεθαίνουν».

Πέθανε στη Λίνδο, σε ηλικία 70 ετών, και στο μνήμα του επάνω οι Ρόδιοι, χάραξαν το επίγραμμα: «Άνδρα σοφόν Κλεόβουλον αποφθίμενον καταπένθει ηδε πατρίς Λίνδος, πόντω αγαλλόμενην», που σημαίνει: «Τον σοφό Κλεόβουλο κλαίει αυτή εδώ η πατρίδα του, η Λίνδος, η από τη γύρω θάλασσά της λαμπρυνόμενη». Μεταξύ των άλλων ο Κλεόβουλος έγραψε – κατά τη σχετική παράδοση – και 3.000 γρίφους (αινίγματα), καθώς και πλήθος επιγράμματα. Στον Κλεόβουλο αποδίδεται και το επιτύμβιο επίγραμμα που είναι γραμμένο στον τάφο του βασιλιά των Φρυγών, Μιδα.
ΠΗΓΗ"ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ