Η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα θεωρεί ότι το 2010 ξεκίνησε ο ενδεκαετής κύκλος ηλιακής δραστηριότητας. Δεδομένων των κλιματικών αλλαγών στη Γη, οι οποίες συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με τον Ήλιο, η τρέχουσα δεκαετία δεν αποκλείεται να προκαλέσει νέα προβλήματα στον πλανήτη.
Εντατικοποιούν τις έρευνές τους για την επίδραση του Ηλίου στη Γη, καθώς και του κλίματος που επικρατεί στο διάστημα, οι δυο διαστημικές υπερδυνάμεις, Ρωσία και ΗΠΑ. Ειδικότερα, στη Ρωσία βαίνει προς την υλοποίησή του το πρόγραμμα Intergelio-Zond, το οποίο ανέπτυξαν οι επιστήμονες του Ινστιτούτου Διαστημικών Ερευνών (Institute Kosmicheskih Issledovanii – ΙΚΙ) της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών. Η συσκευή, η οποία σχεδιάζεται να εκτοξευτεί το 2018, θα επιτρέψει στους επιστήμονες για πρώτη φορά στα χρονικά να προσεγγίσουν τόσο πολύ τον Ήλιο.
1.Τον Σεπτέμβριο του 2009, το αμερικανικό δορυφορικό μετεωρολογικό σύστημα, GOES, κατέγραψε υψηλή δραστηριότητα ακτινοβολίας και οι αστρονόμοι ανακάλυψαν στον Ήλιο δύο φωτεινές περιοχές. Οι κηλίδες εμφανίστηκαν σχεδόν ταυτόχρονα και αρκετά μακριά η μια από την άλλη, γεγονός που μαρτυρά τον χαρακτήρα που έχουν προσλάβει οι μεταβολές, οι οποίες συμβαίνουν στη δραστηριότητα του ουρανίου σώματος.
«Η συσκευή –εξηγεί ο διευθυντής του ΙΚΙ, ακαδημαϊκός Λεβ Ζελιόνι- σχεδιάζεται να σταλεί σε πολύ κοντινή απόσταση από τον Ήλιο. Μέσω ελιγμών με την κατάλληλη χρήση της βαρύτητας κοντά στην Αφροδίτη, θα εισέλθει αρχικά σε τροχιά γύρω από τον Ήλιο σε απόσταση 42 εκατ. χιλιομέτρων (περιήλιο), και στη συνέχεια, με νέους ελιγμούς, με τη χρήση της βαρύτητας η απόσταση από τον Ήλιο μπορεί να μειωθεί ως τα 21 εκατ. χλμ.
Έτσι, θα δοθεί η δυνατότητα να παρατηρήσουμε λεπτομέρειες στην επιφάνεια του ουράνιου σώματος για μεγάλο χρονικό διάστημα (περίπου επτά ημέρες). Είναι πιθανή και μια περαιτέρω κάθοδος, ενώ το χαμηλότερο δυνατό ύψος θα έχει ως μοναδικό περιορισμό να μην εξατμιστεί η προστατευτική μεμβράνη των οργάνων παρατήρησης της συσκευής υπό την επήρεια της ηλιακής ακτινοβολίας, γεγονός που θα ακύρωνε την ευκρίνεια των μετρήσεων».
Επίσης, το ΙΚΙ από κοινού με το Ινστιτούτο Μαγνητισμού της Γης, Ιονόσφαιρας και Διάδοσης Ραδιοκυμάτων, δημιουργούν ένα σύστημα παρατήρησης του ηλιακού ανέμου, που θα επιτρέψει να γίνονται προγνώσεις υψηλής αξιοπιστίας στη Γη για τις μαγνητικές θύελλες, μιάμιση με δυο ώρες πριν από το ξεκίνημά τους. Βασικό στοιχείο του συστήματος θα είναι οι μικροδορυφόροι Chibis, δήλωσε ο διευθυντής του Ινστιτούτου Μαγνητισμού, Βλαντίμιρ Κουζνετσόφ.
Το πρώτο Chibis, μάζας 40 κιλών, τέθηκε σε κυκλική γήινη τροχιά από τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό, σε ύψος περίπου 480 χλμ, στις 25 του περασμένου Ιανουαρίου.
Η έντονη δραστηριότητα του Ήλιου
2.Τη Γη περιβάλλουν δυο στρώματα ζωνών ακτινοβολίας. Η μια ξεκινά περίπου στα 1.600 χλμ από την επιφάνεια του πλανήτη και φτάνει σε ύψος σχεδόν 13.000 χλμ. Η άλλη ζώνη ξεκινά λίγο πιο πάνω από τα 15.000 χλμ και ανεβαίνει στο διάστημα έως το ύψος των 24.000 χλμ. Οι περίοδοι έντονης δραστηριότητας του Ήλιου προκαλούν τη διεύρυνσή τους, και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να πλησιάζουν την επιφάνεια της Γης σε απόσταση μόλις 207 χλμ, κάτι που αποτελεί απειλή για τους Διεθνείς Διαστημικούς Σταθμούς και τους δορυφόρους.
Αμερικανο-ρωσική «συμμαχία»
Οι ρωσικές διαστημικές πρωτοβουλίες θα «παντρευτούν» με το αντίστοιχο αμερικανικό πρόγραμμα «Η Ζωή με το Αστέρι». Σκοπός αυτού του προγράμματος, στα πλαίσια του οποίου η NASA εκτόξευσε την πρώτη συσκευή στις 23 Αυγούστου 2012, είναι η λεπτομερής παρατήρηση των ζωνών ακτινοβολίας, δηλαδή των «δακτυλιδιών» από σωματίδια υψηλής ενέργειας που περιβάλλουν τη Γη.
Οι ζώνες ακτινοβολίας, οι οποίες αποτέλεσαν μια από τις πρώτες αμερικανικές ανακαλύψεις της διαστημικής εποχής, βρίσκονται υπό την επίδραση της ηλιακής δραστηριότητας και των διαστημικών καιρικών συνθηκών, που δημιουργούνται από τον Ήλιο. Οι αστροναύτες, κατά τη διάρκεια των πτήσεων εκτίθενται στην επίδραση επικίνδυνων δόσεων ακτινοβολίας τις περιόδους της έντονης θυελλώδους δραστηριότητας. Επίσης, οι ζώνες είναι ικανές να διαταράξουν τη λειτουργία των δορυφόρων και των συστημάτων επικοινωνίας.
Το επιστημονικό στέλεχος του προγράμματος της NASA, Λίκα Γκουχατακούρτα, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Έως τώρα δεν έχουμε κατανοήσει πως συμπεριφέρονται οι ζώνες, παρότι έχουν περάσει πάνω από 50 χρόνια από τότε που ανακαλύφθηκαν και περιγράφηκαν για πρώτη φορά. Επίσης, δεν έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε οποιεσδήποτε προγνώσεις, ενώ αυτές είναι πάρα πολύ σημαντικές».
Ευάλωτη η Αμερική
Από την εποχή που εμφανίστηκαν τα πρώτα όργανα μέτρησης, πριν από περίπου 440 χρόνια, έγινε σαφές ότι ο Ήλιος ασκεί ουσιαστική επίδραση σε όλα όσα συμβαίνουν στη Γη.
Η ηλιακή δραστηριότητα, που εκφράζεται μέσα από κύματα ηλιακής ακτινοβολίας, μαγνητικές θύελλες και πύρινες λάμψεις, μπορεί να έχει σοβαρές διακυμάνσεις ως προς την έντασή της, και να είναι από ελάχιστα εμφανής, έως και να δημιουργεί ισχυρότατες «καταιγίδες». Σήμερα, η εξάρτηση της ανθρωπότητας από τα ραδιοηλεκτρονικά μέσα είναι τόσο μεγάλη, ώστε μια ηλιακή δραστηριότητα αυξημένης ισχύος μπορεί να αποδιοργανώσει τη λειτουργία συστημάτων ζωτικής σημασίας σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η αμερικανική ήπειρος είναι η περισσότερο ευάλωτη σε περίπτωση ισχυρής ηλιακής «επίθεσης» λόγω της εγγύτητάς της στον βόρειο μαγνητικό πόλο της Γης. Σύμφωνα με έρευνες της κοινοπραξίας MetaTech, σε περίπτωση «χτυπήματος», ανάλογου με εκείνο του 1859, σήμερα όλο το ηλεκτρικό σύστημα της Βορείου Αμερικής θα έβγαινε εκτός λειτουργίας, ενώ οι εργασίες για την αποκατάσταση της ηλεκτροδότησης θα διαρκούσαν κάποιες εβδομάδες ή ακόμη και ένα μήνα.
Επιπλέον, οι κακές καιρικές συνθήκες στο διάστημα εμποδίζουν τη λειτουργία όλων των συστημάτων που βρίσκονται σε τροχιά. Σύμφωνα με τα στοιχεία της αμερικανικής διεύθυνσης προστασίας των συστημάτων αυτών, οι δαπάνες για την αποκατάσταση των πληγέντων από τον Ήλιο δορυφόρων, φτάνουν περίπου τα 100 εκατ. δολάρια ετησίως. Ενώ οι ασφαλιστικές εταιρίες των δορυφόρων πλήρωσαν από το 1996 ως το 2005, περίπου 2 δις δολ. για την κάλυψη των ζημιών και απωλειών διαστημικών συσκευών εξαιτίας της ηλιακής επίδρασης.
Μια ισχυρή ηλιακή θύελλα προκαλεί βλάβες στη λειτουργία των διαστημικών συστημάτων ναυτιλίας
Οι λανθασμένες μετρήσεις των συντεταγμένων μπορούν να φτάσουν σε μια απόκλιση 50 μέτρων ή και ακόμη μεγαλύτερη, γεγονός που καθιστά τον δορυφόρο άχρηστο. Σημαντική απώλεια της ακρίβειας του συστήματος GPS «Navstar» καταγράφηκε στη διάρκεια της ηλιακής θύελλας στις 23 Οκτωβρίου του 2003.
ΠΗΓΗ"ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου